Στη Σονάτα των Φαντασμάτων παρουσιάζεται, σε τρεις διαδοχικές κινήσεις, η πορεία του ιδεαλιστή φοιτητή Άρκενχολτζ από τον δρόμο στην καρδιά ενός μεγαλόπρεπου και εκθαμβωτικού σπιτιού που τον γοητεύει και τον έλκει, όπως και οι κάτοικοί του. Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια πορεία ζωής και μύηση στη ζωή, για ένα ταξίδι αυτογνωσίας και συνειδητοποίησης. Καθ’ οδόν, άνθρωποι και πράγματα απεκδύονται την απατηλή όμορφη όψη τους και φανερώνουν την αενάως μεταβαλλόμενη φύση τους…
Το έργο είναι ένα ονειρόδραμα όπου, σύμφωνα με τον συγγραφέα, "όλα είναι πιθανά, όλα είναι δυνατά" και που "είναι τρομακτικό όπως είναι η ίδια η ζωή όταν πέφτουν τα λέπια που καλύπτουν τα μάτια μας και βλέπουμε τα πράγματα έτσι όπως είναι". Οριακό έργο, αλλά και έργο όπου τα όρια συγχέονται. Το πραγματικό και το μη πραγματικό, οι ζωντανοί και οι νεκροί, η ομορφιά και η ασχήμια, η αθωότητα και η διάβρωση, το τραγικό και το κωμικό, ανταλλάσσουν διαρκώς τις ταυτότητές τους, θολώνοντας το περίγραμμα και τη φύση τους…
Η Σονάτα των Φαντασμάτων κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στο παγκόσμιο ρεπερτόριο. Έργο πολύ γνωστό αλλά ελάχιστα παιγμένο, (λόγω ίσως των πολλών σκηνικών δυσκολιών του), ακατάτακτο, από τα πιο περίεργα και αινιγματικά που υπάρχουν, ανοιχτό σε πολλαπλές ερμηνείες, προδρομικό πολλών μετέπειτα καλλιτεχνικών αναζητήσεων και εξελίξεων, έχει σημαδέψει ανθρώπους του θεάτρου τόσο διαφορετικούς όσο ο Αρτώ που σχεδίαζε να το σκηνοθετήσει και ο Μπέργκμαν που το ανέβασε 4 φορές, ή η Σάρα Καίην που εμπνεύστηκε απ’ αυτό για να γράψει το "Καθαροί πια"…

Mε τα λόγια του σκηνοθέτη:
Ο σκηνοθέτης της παράστασης, Δαμιανός Κωνσταντινίδης απαντά σε τρεις βασικές ερωτήσεις μας και μας βάζει ακόμη περισσότερο στο πνεύμα της παράστασης.

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στο ανέβασμα ενός τέτοιου έργου;
Όλο το έργο είναι μια πρόκληση και σε όλα τα επίπεδα: της μορφής, του περιεχομένου, της ερμηνείας των ηθοποιών, των σκηνογραφικών και -δευτερευόντως- των ενδυματολογικών λύσεων, του φωτισμού, κλπ. Πώς πρέπει να χειριστούμε αυτό το περίεργο έργο με τα τρία διαφορετικά, από άποψη ύφους, μέρη, ώστε και να φανεί η διαφορετικότητά τους αλλά και η παράσταση να ελπίζει σε κάποια συνοχή; ρεαλιστικά, μη ρεαλιστικά, εξπρεσιονιστικά ή «ονειρικά»; να τονίσουμε τα γκροτέσκα και κωμικά στοιχεία ή να επιλέξουμε μια τραγικότερη οπτική; Ή μήπως να ισορροπήσουμε όπως μπορούμε ανάμεσα στις τόσες αντιθέσεις, να τις κάνουμε να «παίξουν» όλες χωρίς όμως –κι εδώ είναι το στοίχημα- να δημιουργηθεί η εντύπωση του παράταιρου, του αταίριαστου, της έλλειψης ενότητας; Και τι κάνουμε μ’ αυτά τα νοηματικά χάσματα που συχνά ανοίγονται ανάμεσα σε δυο διαδοχικές ατάκες, ή τις εξ ίσου απότομες αλλαγές στη συμπεριφορά των προσώπων; Στην παράστασή μας επιλέξαμε και να νοηματοδοτήσουμε τα «κενά» του κειμένου και να παίξουμε με τις δυνατότητες ερμηνείας του και τα ποικίλα ύφη του, να δείξουμε το τραγικό βάθος του, απαλλάσσοντάς το όμως από το «βάρος» που συνοδεύει συνήθως τα ανεβάσματα των έργων του Στρίντμπεργκ και αναδεικνύοντας το χιούμορ του.

Σ’ ένα «ονειρόδραμα» τι πρέπει να προσέξει περισσότερο ο θεατής ώστε να ακολουθήσει τις εναλλαγές στην εξέλιξη του έργου;
Τι να σας πω; Ίσως, δεν είναι θέμα προσοχής αλλά αποδοχής: πρώτα απ’ όλα, ο θεατής της "Σονάτας" θα πρέπει να δεχτεί πως αυτό που βλέπει δεν είναι ελληνικό τηλεοπτικό σήριαλ, πως ο πρωτοβάθμιος ρεαλισμός στον οποίο έχει εθιστεί, η χοντροκομμένη μπαλαφάρα ή το εύπεπτο μελό, δεν είναι ο μόνος τρόπος κατανόησης των πραγμάτων, και δη των θεατρικών. Μετά μπορεί να προσέξει ό,τι θέλει, όπως και σε οποιαδήποτε άλλη παράσταση.

Η «Σονάτα των Φαντασμάτων» είναι αυτό που λέμε «δύσκολο» έργο; Απευθύνεται σε θεατρικά μυημένο κοινό;
Η πρώτη, άμεση, απάντηση θα ήταν πως ναι, το έργο είναι δύσκολο και, ναι, απευθύνεται σ’ ένα μυημένο κοινό. Κι όμως, κρίνοντας από τις αντιδράσεις των θεατών μας, θα έλεγα ότι το έργο μπορεί να μιλήσει σε ανθρώπους διαφορετικής προέλευσης και παιδείας. Η έγνοια μου άλλωστε ήταν ακριβώς αυτή: να καταστήσω, αν όχι απολύτως κατανοητό, τουλάχιστον προσβάσιμο στους περισσότερους ένα τέτοιο κείμενο. Κι αν ο Στρίντμπεργκ έχει δίκιο όταν ισχυρίζεται πως «η Σονάτα των φαντασμάτων είναι τόσο τρομερή όσο και η ίδια η ζωή, όταν πέφτουν τα λέπια από τα μάτια μας και την βλέπουμε όπως ακριβώς είναι», τότε όλοι μας οφείλουμε κάτι να καταλάβουμε, κάτι να νιώσουμε, μια που όλοι μας γευόμαστε καθημερινά και με ποικίλους τρόπους αυτό το τρομερό της ζωής.

info
Από 20 Δεκεμβρίου μέχρι τέλη Ιανουαρίου στο Studio Ora (-Αντωνίου Καμάρα 3 – (έναντι Χ.Α.ΝΘ., δίπλα στο Θέατρο Όρα)
Παραστάσεις: Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 9.15 μ.μ., Κυριακή στις 8.00 μ.μ.
Διάρκεια παράστασης: 1 ώρα και 20 λεπτά, χωρίς διάλειμμα
Τιμές εισιτηρίων: 12 ευρώ (κανονικό)
8 ευρώ (φοιτητικό, ομαδικό, Ο.Λ.Μ.Ε.)
5 ευρώ (ατέλειες, Ο.Α.Ε.Δ.)
Κρατήσεις: 2310232799 και 6945373811